«Ένα βράδυ πολύ αργά την επισκέφτηκα για να την εξετάσω και να την καθησυχάσω για να μπορέσει να κοιμηθεί, όπως έκανα τα περισσότερα βράδια. Μου λέει πριν φύγω: «Έλα εδώ γιατρέ μου, θέλω να σου δώσω να δοκιμάσεις ένα γλυκό που έφτιαξα».
«Βεβαίως» της απαντάω. Πλησίασα για να πάρω το νεραντζάκι και μου λέει: «Όχι δεν κατάλαβες». Βγάζει ένα κουταλάκι από το κομοδίνο της, ανοίγει το βαζάκι και μου λέει: «Έλα εδώ να κοινωνήσεις νεραντζάκι από τα χεράκια μου» και μου έδωσε το γλυκό με το κουταλάκι θέλοντας να μου δείξει την αγάπη της, δήλωσε και συνέχισε: «Όλοι έλεγαν, ότι αντιμετώπιζε αγέρωχα και με στωικότητα την ασθένεια της. Δεν θα έλεγα κάτι τέτοιο.
Φοβόταν και έκλαιγε και λύγιζε. Συνειδητοποιώντας το πόσο κοντά ήταν στο τέλος της. Ένα άλλο βράδυ την επισκέφτηκα πάλι και άρχισα να κουβεντιάζω μαζί της για το προσφιλές της θέμα, τον Γιάννη τον γιο της. Όταν τελειώσαμε την κουβέντα την ρώτησα: «Θέλετε κάτι από μένα κ. Βουγιουκλάκη;».
«Ναι γιατρέ μου», απάντησε η Αλική, «Θέλω να ζήσω». Δεν θα ξεχάσω ποτέ στην ζωή μου αυτό το θέλω να ζήσω της Αλίκης και μένα ανήμπορο να της πω ψέματα. Εκείνη την εποχή στέλναμε συνεχώς τα αποτελέσματα των εξετάσεων της στους αμερικανούς γιατρούς της στο Τέξας όταν πια ο καρκίνος από το πάγκρεας είχε κάνει μετάσταση στο συκώτι.
Εκείνη την εποχή έπαψα να την φορτώνω φάρμακα και της έδινα μόνο ένα». Ο γιατρός της Αλίκης Βουγιουκλάκη μίλησε και για τους ανθρώπους που ήταν στο πλευρό της: «Ήταν συνεχώς ο Κώστας Σπυρόπουλος, ο Γιάννης ο γιος της, ενώ τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ τον έβλεπα πάντα να βγαίνει από το δωμάτιο της με δάκρυα στα μάτια, κατακόκκινο και απαρηγόρητο».
Τέλος αναφέρθηκε σε ένα ευτράπελο: «Μπήκα στο δωμάτιο της με μάσκα για να κάνω κάποια εξέταση όπου έπρεπε τα πάντα να είναι καθαρά. Πήγα λοιπόν στο διπλανό δωμάτιο για να αλλάξω και να φορέσω μία καθαρή ιατρική μπλούζα. Την βλέπω λοιπόν να με κοιτάζει και την ρωτάω «Τι συμβαίνει;». Και εκείνη μου απάντησε γελώντας: «Γιατί γιατρέ μου απαγορεύεται να σας κοιτάζω τώρα που αλλάζετε;».
πηγη