O Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (Σ.Ε.Λ) δεν γνωρίζει σύνορα. Είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας, το οποίο προσβάλλει ανθρώπους όλων των εθνικοτήτων, του φύλου και της ηλικίας. Αυτό είναι το μήνυμα της Παγκόσμιας Ημέρας κατά του Συστηματικού Ερυθηματώδη Λύκου, η οποία εορτάζεται στις 10 Μαΐου κάθε χρόνο. Ο Σ.Ε.Λ. επισημαίνει η κα Αθανασία Παππά, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Αντιρευματικού Αγώνα ( ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α ) προσβάλλει άνδρες και γυναίκες, με τις ηλικίες υψηλού κινδύνου να είναι 15-45 ετών και τη συχνότητα στις γυναίκες να είναι εννεαπλάσια απ’ ότι στους άνδρες.
Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (Σ.Ε.Λ) ή «Λύκος» όπως κοινώς αποκαλείται, είναι μία χρόνια αυτοάνοση νόσος, όπου το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου υπερενεργοποιείται. Παράγονται αντισώματα και μπορεί να προσβάλει οποιοδήποτε όργανο του σώματος, π.χ. αρθρώσεις, νεφρούς, καρδιά, πνεύμονες, με οποιονδήποτε τρόπο και οποιαδήποτε στιγμή, συχνά δε με απρόβλεπτες συνέπειες που μπορεί να αλλάξουν ριζικά τη ζωή του νοσούντα.
Ο «Λύκος» τονίζει η κα Παππά, δεν είναι κληρονομική ούτε μεταδοτική νόσος, ενώ για την αντιμετώπισή του σημείο-κλειδί είναι η έγκαιρη διάγνωση η οποία γίνεται κυρίως από το ρευματολόγο.
Ποια ειναι τα συμπτώματα
Κόπωση, αίσθημα κακουχίας, δερματικά εξανθήματα, π.χ. η «πεταλούδα», δηλαδή το εξάνθημα στα μάγουλα και τη μύτη, απώλεια μαλλιών αλλά και πιο ανησυχητικά, όπως η πλευρίτιδα, η νεφρική νόσος, η φλεγμονή του εγκεφάλου, θρομβώσεις σε φλέβες ή αρτηρίες είναι μερικά από τα βασικά συμπτώματα της νόσου.
Η αντιμετώπιση της νόσου χρήζει πολλές φορές γιατρών διαφόρων ειδικοτήτων (νεφρολόγο, αιματολόγο, πνευμονολόγο κ.λπ.), ενώ η θεραπεία εξαρτάται από το όργανο που πάσχει και εξατομικεύεται, βασίζεται δε στη χρήση ποικίλων φαρμάκων (κορτικοστεροειδών, ανθελονοσιακών, ανοσοκατασταλτικών και αντιπηκτικών).
Τελευταία εγκρίθηκε και ένα νέο μονοκλωνικό αντίσωμα, το οποίο μετριάζει τις εξάρσεις της ασθένειας και τη φλεγμονή των μυών και σε μικρότερο βαθμό μπορεί να αποτρέψει τις οργανικές βλάβες. ΤοFDA εκτιμά ότι το φάρμακο θα βοηθήσει μόλις 1 στους 11 νοσούντες στους οποίους χορηγείται. Επιπλέον, η αποτελεσματικότητά του είναι αμφίβολη στους νοσούντες της μαύρης φυλής, οι οποίοι πλήττονται από ΣΕΛ σε δυσανάλογα υψηλά ποσοστά.