Υπάρχουν συνεντεύξεις που μας ενημερώνουν για το τι πρόκειται να συμβεί ή που δικαιολογούν αυτά που συμβαίνουν εκφράζοντας παράλληλα και… επιθυμίες, αλλά υπάρχουν και αυτές που μας προβληματίζουν, μας «γρατζουνίζουν» το μυαλό (αυτό είναι και το επιθυμητό…) ωθώντας τη σκέψη μας λίγο παραπέρα, σε μια προσπάθεια «λίγο ακόμα να σηκωθούμε, λίγο ψηλότερα…» ,
Σε αυτή την «κατηγορία» ανήκει η συνέντευξη που παραχώρησε στον «Σ» ο συμπατριώτης μας καθηγητής Κοινωνιολογίας στο πανεπιστήμιο Universitat Kassel της Γερμανίας Σκεύος Παπαϊωάννου, με αφορμή την επαναφορά της πρότασής του για τη δημιουργία Κέντρου Πολιτισμού, Εκπαίδευσης, Οικολογίας, Κοινωνικής Οικονομίας» στο Ζηνί σε εκδήλωση η οποία πραγματοποιήθηκε στις 22/8/2022 στο Πνευματικό Κέντρου Κεφάλου, με διοργανωτή την εταιρεία «Έκφραση-Δρώμενα» και τη στήριξη της Δημοτικής Ενότητας Κεφάλου.
«Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση, όπου ένας μεγάλος μετασχηματισμός, βρίσκεται σε εξέλιξη, και ο οποίος ανεξάρτητα πώς θα τον ονομάσουμε, αυτό που έχει σημασία, είναι ότι δεν αφήνει τίποτα ανέπαφο, και φυσικά και τις μικρές ή μεγάλες κοινωνίες.
Οι αντιφάσεις, η αυτοκαταστροφή, τα διαλυτικά στοιχεία και η παρόρμηση αποτελούν συστατικά αυτής της νέας κατάστασης. Η απογοήτευση, η απόρριψη, η παραποίηση, η αυταρχικότητα και η απονομημοποίηση συνεκτικών θεσμών και κυρίως της πολιτικής αποτελούν μέρος της τόσο, όσο και η διαδικασία καθ’ εαυτή.
Η νεοφιλελεύθερη αντίληψη έχει διαδοθεί ανά τον κόσμο, δίκην επιδημίας, και απειλεί με αλλαγή εποχής, αλλαγή παραδείγματος, αυτή παράγει και απελευθερώνει ένα τεράστιο δυναμικό από ανασφάλεια, αδυναμία, κοινωνική απένταξη και περιθωριοποίηση, ανεργία, φτώχεια, ανισότητες, και ταυτόχρονα αποσυλλογικοποίηση και εξατομίκευση. Οικείες δομές και κοινότητες αλληλεγγύης, αξίες, συμπεριφορές και στρατηγικές ζωής διαβρώνονται, αποδυναμώνουν και δεν προσφέρουν πλέον καμιά σιγουριά.
Αγώνες αιώνων, για την κατάκτηση της δημοκρατίας, της ελευθερίας, της αλληλεγγύης, της ισότητας, της δικαιοσύνης, αμφισβητούνται, όλα αυτά παγκοσμιοποιούνται, και ισχύουν όχι μόνο για τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, για τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και για τη περιφέρεια γενικά και ιδιαίτερα για τις αγροτικές και δομικά μη αναπτυγμένες περιοχές. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία αυτού του πλανήτη και της ανθρωπότητας, έχει πλήξει η ανισότητα, ο αποκλεισμός, η πείνα, και δια μέσου αυτών η οικονομική καταπίεση και εξαθλίωση, τόσες πολλές ανθρώπινες υπάρξεις. Στις τελευταίες μάλιστα περιοχές, η κατάσταση αυτή είναι πιο δραματική, αφού αντιδρούν οι περιοχές αυτές πολύ αργά, έναντι αυτών των αλλαγών, και μάλιστα απροετοίμαστες όπως είναι, αντιδρούν αυθόρμητα, βασιζόμενες σε παραδοσιακές μορφές συνείδησης και συμπεριφοράς, αρνητικά και αμυντικά με απόλυτη απόρριψη ή αντίθετα με άκριτη αποδοχή και υποταγή ή με έναν αναποτελεσματικό συνδυασμό και των δύο.
Το γεγονός ότι, όπως υποστηρίζει ο Karl Polanyi (Ο μεγάλος μετασχηματισμός):
«η οικονομία δεν είναι πλέον ενταγμένη μέσα στις κοινωνικές σχέσεις, αλλά αντίθετα οι κοινωνικές σχέσεις είναι ενταγμένες στο σύστημα οικονομίας», οδηγεί αναγκαστικά σε κοινωνικό αποκλεισμό, (δια)σπά τις διανθρώπινες σχέσεις και απειλεί το φυσικό ζωτικό χώρο του ανθρώπου με εξαφάνιση.
Σε μια τέτοια επιθετική διείσδυση του νεοφιλελεφθερισμού σε παραδοσιακές κοινωνίες και κοινότητες διαλύονται παλιές δομές, αλλά δεν δημιουργούνται νέες, και πάντως όχι αμέσως. Σε μια τέτοια ρευστή κοινωνική κατάσταση ελλοχεύουν κίνδυνοι με ανυπολόγιστες συνέπειες. Η κρίση που αντιμετωπίζουμε δεν αλλάζει τον ρόλο ειδικότερα της Αριστεράς, του πολιτικού και του κριτικά σκεπτόμενου και δρώντος προοδευτικού πολίτη- αντίθετα, είναι πιο επείγον και επιτακτικός από ποτέ αυτή τη στιγμή. Φαίνεται να επαληθεύεται αυτό που διαπίστωσε ο Αντόνιο Γκράμσι στα Τετράδια της φυλακής στα 1932: «Υπάρχουν πάντα μεγάλες κρίσεις στις οποίες η καπιταλιστική οικονομία, η κουλτούρα και η ιδεολογία και το κομματικό σύστημα χάνουν την εμπιστοσύνη και τη συναίνεση. Μια κρίση είναι ότι ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος δεν μπορεί ακόμη να γεννηθεί. Είναι η εποχή των τεράτων».
Σε αυτό το σημείο, είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι, η πολιτική είχε αρχικά την κοινωνική εντολή να διασφαλίσει ότι όλοι οι πολίτες σε μια δημοκρατία έχουν ίσα δικαιώματα να ζουν με αξιοπρέπεια, πράγμα που σημαίνει ότι συμμετέχουν σε όλες τις αποφάσεις, χωρίς εξαίρεση, προκειμένου να δημιουργηθεί ένας κόσμος στον οποίο να επικρατεί το ωραίο, το καλό, το αληθινό, το ουσιαστικό και το δημιουργικό.
Είναι ουτοπία; Βεβαίως είναι. Είναι όμως μια συγκεκριμένη ουτοπία, με την έννοια ότι δεν-υπάρχει-ακόμη, αλλά ενυπάρχει δυνάμει εντός του υπάρχοντος και που θέλουμε να υπάρξει.
Η ουτοπία τοποθετείται γενικά στον μέλλον και αποτελεί τον τόπο του άγνωστου μέσα σ’ αυτό, τον τόπο μιας αναγεννημένης βαθιάς ελπίδας. Αλλά η ελπίδα αυτή υπάρχει ωστόσο δυνάμει εντός του υπάρχοντος, ως ένα «Όχι-Ακόμη».
Η ελπίδα έχει δυο παιδιά:
Την Οργή και το Θάρρος.
Την Οργή για την πραγματικότητα και το Θάρρος για ν΄ αλλάξει την πραγματικότητα
(Pablo Neruda)
Η ουτοπία είναι στον ορίζοντα… κάνω δύο βήματα, απομακρύνεται δύο βήματα. Κάνω δέκα βήματα και ο ορίζοντας τρέχει δέκα βήματα μακριά. Όσο και να περπατάω, δεν θα τη φτάσω ποτέ.
Τι χρησιμεύει τότε η ουτοπία; Σ’ αυτό χρησιμεύει: στο να περπατάς.
(Eduardo Galeano)
O στόχος μιας συγκεκριμένης ουτοπίας από μια ανατρεπτική οπτική είναι να οδηγηθούμε σε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο όπου οι πολίτες ασκούνται στην κριτική και ασκούν κριτική, αποκαλύπτουν, διαφωτίζουν, παράγουν και ασκούν πολιτισμό και παιδεία, συμβάλουν στη δημιουργία ενός άλλου κόσμου, όπου οι άνθρωποι θα δημιουργούν, θα εκφράζονται ελεύθερα, θα βρίσκουν νόημα στη ζωή, θα ερωτεύονται, θα ονειρεύονται και θα σχεδιάζουν ουτοπίες κοντινές και μακρινές, ενάντια στο σκοταδισμό, τη μεταφυσική, τη θεοκρατία και τις θρησκοληψίες, τον τεχνοκρατισμό, τις ιεραρχήσεις και τους διαχωρισμούς, τις αυταρχικές εξουσίες, το λαϊκισμό, την αλλοτρίωση, τις κοινωνικές ανισότητες και διακρίσεις, τη φτώχεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, το ρατσισμό, το φασισμό, το σεξισμό και τις μισαλλοδοξίες».
Με αυτόν τον μακροσκελή αλλά τόσο ουσιαστικό πρόλογο, ξεκίνησε τη συζήτησή μας ο κ. Παπαϊωάννου και κάπως έτσι ξεκίνησε η συνέντευξη.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ερ: Κύριε Παπαϊωάννου, θα μου επιτρέψετε, παρά το ότι αυτό δεν είναι «δημοσιογραφικό»..., να σας συγχαρώ για το κουράγιο σας να αγωνίζεστε για το χωριό σας, για το νησί σας, επιμένοντας με συγκεκριμένες προτάσεις (εν προκειμένω, με πλήρη μελέτη) για την πνευματική - πολιτιστική του ανάπτυξη. Πάω τώρα στην ερώτηση. Ποια ήταν τα συναισθήματά σας όταν μετά από 14 χρόνια αποφασίσατε να επαναφέρετε στο προσκήνιο τη μελέτη με τίτλο «Κέντρο Πολιτισμού, Εκπαίδευσης, Οικολογίας και Κοινωνικής Οικονομίας στο Ζηνί της Κεφάλου», για την οποία ουδείς μετέπειτα αυτοδιοικητικός ενδιαφέρθηκε ή κι εάν το έκανε, αποτέλεσμα δεν είχε;
Σ.Π.: Την κοινωνική καταγωγή και την ταξική σου συνείδηση δεν μπορείς να την απαρνηθείς, παρά μόνο να την προδώσεις. Το ενδιαφέρον για τον τόπο καταγωγής μου και τους ανθρώπους του πηγάζει από αυτή τη συνείδηση και το χρέος που νοιώθω, που νοιώθουν ή θα έπρεπε να νοιώθουν όποιοι από «τύχη» κατάφεραν να αποκτήσουν μια εμπειρία και γνώση που μπορεί να επιστραφεί και να είναι χρήσιμη.
Η μελέτη-πρόταση για το Ζηνί ήταν ως γνωστό μια συλλογική προσπάθεια στην οποία συνέβαλαν πάρα πολλοί: φοιτητές και φοιτήτριες, καθηγητές και καθηγήτριες του Πανεπιστημίου Κρήτης και του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, καθώς και ενός σκηνοθέτη. Έχω πιστέψει σε αυτή την πρόταση και πιστεύω μέχρι σήμερα, μάλιστα εν όψει των σημερινών πολλαπλών κρίσεων, ακόμη περισσότερο, ότι η εφαρμογή της μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην ανατροπή των αδιέξοδων πολιτικών χωρίς προοπτική, αλλά και μιας κουλτούρας ότι δεν μπορεί τίποτα να αλλάξει. Μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα προς μίμηση.
Ερ: Έγινε η παρουσίαση, ακούστηκαν απόψεις… Είστε αισιόδοξος ότι, τώρα πλέον κάτι θα ξεκινήσει να γίνεται;
Σ.Π.: Δυο τινά προσδοκώ να συμβούν: Είτε προχωρούν στην υλοποίηση της πρότασης είτε την απορρίπτουν και κάνουν μια άλλη. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να πάρουν μια αιτιολογημένη και θεμελιωμένη θέση δημόσια και στην πράξη και να γίνει ένας διάλογος για το μέλλον αυτού του τόπου που να περιλαμβάνει τις συνολικές κοινωνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές, πολιτιστικές κλπ. συνθήκες και σχέσεις.
Ερ: Επειδή πολλοί θα (ξανα)πουν ότι, το έργο είναι πολυδάπανο και φράγκα δεν υπάρχουν ή στην καλύτερη περίπτωση ότι θα ψάξουν για χρηματοδότηση κ.λ.π., κάτι που ακούμε συνεχώς με αποτέλεσμα έργα τέτοιας πνοής να πηγαίνουν στις καλένδες – και έχουμε αρκετά στο νησί - εξηγείστε μας, μπορεί να υλοποιηθεί το έργο τμηματικά; Και τι σημαίνει αυτό για την χρηματοδότηση των επόμενων φάσεων;
Σ.Π: Με κάθε ευκαιρία έχει ειπωθεί πολλές φορές ότι τέτοια έργα υλοποιούνται σε φάσεις. Πέρα από τις δυνατότητες χρηματοδότησης από εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα, θα αναφέρω την αυθόρμητη χαρακτηριστική άποψη του τότε Δημάρχου Ηρακλειδών Ντίνου Παπανικολάου όταν παρουσιάσαμε την ερευνητική πρόταση στο Δημοτικό Συμβούλιο τον Αύγουστο του 2000. Απευθυνόμενος σε μένα είπε: «Οι σκέψεις που αναφέρεις είναι εξαιρετικές. Σου λέω ένα πράγμα. Αν καθαρίσουμε το χώρο και διαμορφώσουμε την πρόσβαση και επισκευάσουμε το μικρό κτήριο και κάνουμε το Εστιατόριο-Καφέ-Αναψυκτήριο, σε ένα χρόνο θα μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε τις επόμενες φάσεις».
Ερ: Σε συνέχεια του παραπάνω ερωτήματος. Πώς σχολιάζετε τη «δέσμευση» του δημάρχου Θεοδόση Νικηταρά για επικαιροποίηση της μελέτης; Και ένα υποερώτημα. Πώς επίσης σχολιάζετε το γεγονός πως στην εκδήλωση δεν ήρθαν οι πρώην δήμαρχοι Σ. Μπίλλης και Θ. Βαρκάς, οι επικεφαλείς των δημοτικών παρατάξεων, αλλά και το ΤΕΕ και δημοτικοί σύμβουλοι και εκπρόσωποι φορέων που «κόπτονται» για τις υποδομές του νησιού;
Σ.Π.: ΄Οσον αφορά στη δέσμευση του Δημάρχου είναι καταρχήν κάτι θετικό. Η επικαιροποίηση προφανώς είναι απαραίτητη μετά από τόσα χρόνια, αρκεί να μην γίνει αφορμή για να αναβληθεί το όλο εγχείρημα στο διηνεκές.
Όσον αφορά στην απουσία φορέων ή προσώπων δεν γνωρίζω αν προσκλήθηκαν ή όχι, σε κάθε περίπτωση δεν ασχολήθηκα με αυτό το θέμα. Εξάλλου δεν τα πάω καλά με τις τυπικότητες και τα πρωτόκολλα, όποιος ή όποια πράγματι ενδιαφέρεται ήρθε απρόσκλητα.
Ερ: Στην τοποθέτησή σας, αναφερθήκατε στο ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Στην Ελλάδα του 2022 σε ποια θέση την τοποθετείτε; Πάει μπροστά; Πάει πίσω; Μένει στάσιμη; Λειτουργεί υπέρ των πολιτών ή ακολουθεί τη «ρότα» των κεντρικών επιλογών, εντός και εκτός χώρας μη έχοντας τη δύναμη να αντισταθεί; Με λίγα λόγια, τι χρειάζεται για να χαράξει τη δική της πορεία;
Σ.Π.: Η ίδια η έννοια της «Τοπικής Αυτοδιοίκησης» σημαίνει ότι σε ένα τόπο, μια τοπική κοινωνία τη διοίκηση ασκούν συμμετέχοντας στις αποφάσεις οι κάτοικοι με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Αυτό που ονομάζουμε Αυτοδιοίκηση, είναι στην πραγματικότητα Ετεροδιοίκηση. Ο Δήμος και οι τοπικές κοινωνίες αποτελούν προνομιακό τόπο άσκησης της συμμετοχικής δημοκρατίας, αλλά και εξάσκησης σε αυτήν. Το αίτημα για τη συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις και τις δραστηριότητες του Δήμου, το αίτημα για αδιαπραγμάτευτα ανθρώπινα και κοινωνικά δικαιώματα μένουν κενό γράμμα αν δεν υλοποιούνται μέσα από συγκεκριμένες ενέργειες και πρακτικές. Τέτοιες είναι:
► Μετατροπή του Δήμου σε δημόσιο χώρο συμμετοχής, μέσα από λαϊκές συνελεύσεις που θα αναδεικνύουν τα τοπικά ζητήματα ή μέσα και από τοπικά δημοψηφίσματα. Δήμος συνοδοιπόρος στα κινήματα και στις πρωτοβουλίες πολιτών που διεκδικούν κοινωνικά αλληλέγγυες μορφές διαβίωσης.
► Αναβάθμιση του ρόλου των τοπικών κοινοτήτων –των μεγάλων αδικημένων του Καλλικράτη– και ενίσχυσή τους με προσωπικό, πόρους και αρμοδιότητες.
► Εφαρμογή του Συμμετοχικού Δημοκρατικού Προγραμματισμού και του Συμμετοχικού Προϋπολογισμού, δηλαδή σχεδιασμός και λειτουργία του Δήμου με συμμετοχικές διαδικασίες, δημόσια διαβούλευση, κοινωνικό έλεγχο, διαφάνεια και κοινωνική λογοδοσία.
► Συστηματική προσπάθεια ενημέρωσης για τις συζητήσεις και αποφάσεις στα δημοτικά συμβούλια και για τις δραστηριότητες του Δήμου. Ακόμα και για παρεμβάσεις πολεοδομικού, τεχνικού ή περιβαλλοντικού χαρακτήρα οι πολίτες απαιτείται να ενημερώνονται για τα σχέδια-μελέτες-προτάσεις, να κάνουν παρατηρήσεις και να συναποφασίζουν.
► Άμεση θεσμοθέτηση του προβλεπόμενου από το νόμο θεσμού του Συνηγόρου του Δημότη.
Η Αυτοδιοίκηση προϋποθέτει αρμοδιότητες, πόρους, προσωπικό και εμπλοκή των πολιτών μέσα από ανοιχτές συνελεύσεις στις αποφάσεις, καθώς και δημοκρατικό προγραμματισμό, ο οποίος να περιλαμβάνει βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στόχους.
Παρόλα τα εμπόδια ορισμένες από τις παραπάνω διαδικασίες θα μπορούσαν να γίνουν και να συμβάλουν στη διαφάνεια, στο διάλογο με επιχειρήματα, αλλά και στην ανάπτυξη πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης. Αυτό μπορεί με τη σειρά του να συμβάλει στην ανάπτυξη της λεγόμενης κοινωνίας των πολιτών, η οποία είναι ανύπαρκτη.
Ερ: Θέλω να μείνουμε λίγο παραπάνω σε αυτό, δηλαδή, την άποψή σας και για εμάς, το «πόπολο». Επί σειρά ετών γίνονται πράματα και θάματα… Σε βάρος μας εννοείται. Σαφώς και σε βάρος των επόμενων γενεών. Κι όμως. Δεν αντιδρούμε! «Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!» που έγραψε ο μεγάλος μας ποιητής Βάρναλης. Γιατί;
Σ.Π.: Ένα ερώτημα που θα μπορούσε να απασχολήσει πολλές διδακτορικές διατριβές και μελέτες. Ένα μέρος της απάντησης σε αυτό το ερώτημα αναφέρθηκε στην παραπάνω απάντηση: Έλλειψη κοινωνίας των πολιτών καθώς και κριτικής, αναστοχαστικής κοινωνικής και πολιτικής συνείδησης. Σε αυτό βεβαίως έχουν συμβάλει πολλοί παράγοντες: Πρώτα απ’ όλα ένα πελατειακό πολιτικό σύστημα που καλλιέργησε μια κουλτούρα ανάθεσης, της αντίληψης ότι αν θέλω κάτι θα το πετύχω μόνο με πολιτικό μέσο, καθώς και ο μύθος ότι η ατομική και όχι η συλλογική προσπάθεια οδηγεί σε βελτίωση της ζωής. Ο ρόλος της εκπαίδευσης, ο σημαντικότερος ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους, που στόχο έχει να διαμορφώσει πολίτες υποτακτικούς που να εσωτερικεύσουν την αντίληψη ότι εκ φύσεως είναι κάποιοι κατώτεροι, καταδικασμένοι να υποφέρουν στη ζωή και κάποιοι άλλοι λίγοι είναι ανώτεροι και δικαιούνται να έχουν προνόμια και ηγετικές εξουσιαστικές κοινωνικές θέσεις.
Ερ: Δεν θέλω να πούμε κάτι παραπάνω, διότι πολύ απλά, το «μήνυμα» το δώσατε. Αν και τώρα τόσο οι αρμόδιοι όσο κι εμείς δεν το λάβαμε, θα έχει να γράφει ο ιστορικός του μέλλοντος… Ας αλλάξουμε θέμα. Με ανησύχησε αυτό που είπατε στην εκδήλωση, ότι, κάθε χρόνο διαβρώνεται μισό μέτρο το Ζηνί!!! Τι σημαίνει αυτό για την περιοχή και κατ’ επέκταση για όλο το νησί;
Σ.Π.: Ας μου επιτραπεί αντί άλλης απάντησης το εγχείρημα του Μανώλη Γλέζου στην Απείρανθο της Νάξου.
Είχα την τύχη γύρω στα 1993 να πραγματοποιήσω μια εκπαιδευτική εκδρομή με φοιτητές και φοιτήτριες στην Απείρανθο της Νάξου όπου ήταν τότε Πρόεδρος της Κοινότητας ο Μανώλης Γλέζος. Σκοπός της εκδρομής να δούμε από κοντά τις οικολογικές, πολιτιστικές παρεμβάσεις, αλλά και το θεσμό της άμεσης δημοκρατίας. Μάλιστα το 1997 οργάνωσα ένα τριήμερο συνέδριο στην Κέφαλο με θέμα «Τοπικές Κοινωνίες, Τοπική Αυτοδιοίκηση και εναλλακτικές μορφές Ανάπτυξης», στο οποίο συμμετείχε.
Το 1986, παραιτείται απ’ το Βουλευτικό του αξίωμα κι έρχεται στ’ Απεράθου να υπηρετήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του ως Πρόεδρος της Κοινότητας.
Ο Μανώλης Γλέζος είχε δυο σημαντικούς στόχους:
Ο πρώτος ήταν να λειτουργήσει η κοινότητα με θεσμούς άμεσης Δημοκρατίας. Για να δημιουργεί συλλογικά και αποτελεσματικά και για να φανεί, ίσως, εξ’ αντιδιαστολής η φενάκη της αντιπροσωπευτικής δήθεν δημοκρατίας. Όλες τις αποφάσεις για τα τοπικά προβλήματα τις παίρνει η συνέλευση του χωριού, που συνέρχεται μια φορά τουλάχιστον τον μήνα και αυτοδιευθύνεται (εκλέγει προεδρείο και ορίζει την ατζέντα). Και όλα τα κοινοτικά έργα, υλοποιούνται από όλους τους χωριανούς κατά τις κατευθύνσεις της συνέλευσης.
Συμβούλια δεν γίνονταν στα γραφεία της Κοινότητας «κεκλεισμένων των θυρών». Μέσω αυτών των λαϊκών συνελεύσεων, αναβίωσε κατά κάποιον τρόπο στ’ Απεράθου, την Εκκλησία του Δήμου της Αρχαίας Αθήνας, κάνοντας πράξη τα παρακάτω λόγια, που συχνά τον ακούγαμε να λέει μέχρι σήμερα: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν απ’ τον λαό, εκπορεύονται απ’ τον λαό και ασκούνται απ’ τον λαό».
Ο δεύτερος, πολυσήμαντος επίσης, στόχος του Μανώλη Γλέζου, ήταν να μετατρέψει τ’ Απεράθου σε υψηλού πολιτιστικού επιπέδου νησιωτικό οικισμό πρότυπο περιβαλλοντικής προστασίας και ήπιας ανάπτυξης. Προς τούτο δεν αρκούσαν μόνο το όραμα, η αποφασιστικότητα και η διασφαλισμένη συλλογική ενεργοποίηση των συγχωριανών του. Απλή και μεγαλοφυής η κεντρική ιδέα: Με προϊούσα την ερημοποίηση του Μεσογειακού χώρου από την λειψυδρία, τα νερά της βροχής, ακόμη και της καταρρακτώδους αντί να χύνονται και να χάνονται στην θάλασσα και αντί να προκαλούν καταστροφικές πλημμύρες να μεταβάλλονται από κατάρα σε ευλογία: Τα έτη 1987 με 1989, η Κοινότητα Απεράθου σε συνεργασία με το Υπουργείο Γεωργίας, αρχίζει ένα σχέδιο με επιστημονική διαχείριση και πρόσφορες τεχνικές επεμβάσεις και μετατρέπει τα όμβρια νερά σε πηγή ζωής και αειφόρου ανάπτυξης. Με πεδίο δράσης πρωτίστως τη λεκάνη απορροής χειμάρρων και ρεμάτων. Και με ένα πλέγμα ποικίλων έργων (αναδασώσεις, αναθαμνώσεις και φυτώρια για υποβοήθηση της αυτοφυούς της βλάστησης) κατασκευάζει 40 φράγματα διάσπαρτα στις πρωτογενείς κοίτες χειμαρρικής ροής δεξαμενές και υδαταγωγοί, ενίσχυση των φυσικών πηγών και αναβαθμίδες καλλιέργειας κ.α. Σε έξι περίπου χρόνια ολοκληρώθηκε το τολμηρό εγχείρημα. Έτσι, εξαφανίστηκαν χείμαρροι και πλημμύρες, εξαλείφτηκε η λειψυδρία και διασφαλίστηκε επάρκεια νερού για ύδρευση, άρδευση και μελλοντική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Ο υδροφόρος ορίζοντας τ’ Απεράθου, είναι εξαιτίας των φραγμάτων μια τεράστια αποθήκη νερού, έτοιμη ν’ αντιμετωπίσει τυχόν προβλήματα λειψυδρίας και άρδευσης. Μαζί με τα φράγματα, κατασκευάζει κι έναν Πειραματικό Σταθμό Αξιοποίησης των Ήπιων και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, με Υδρολογικό Κέντρο και Μετεωρολογικό Πάρκο και ένα άλσος-φυτώριο, που φιλοξενεί σπάνια ήδη χλωρίδας, τα οποία έτειναν να εξαφανιστούν από τη Ναξιακή ύπαιθρο.
Γι’ αυτό το θαύμα απαιτήθηκαν η διαρκής εγρήγορση ολοκλήρου του χωριού, ο μόχθος 150 μαστόρων και εργατών, σημαντική ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση και πάνω από όλα η έμπνευση, η πίστη και η άγρυπνη εποπτεία του Μανώλη Γλέζου.
Αυτή η ιδέα μπορεί και πρέπει να εφαρμοστεί στο Ζηνί και όχι μόνο.
Ερ: Κύριε Παπαϊωάννου, αγαπητέ Δάσκαλε, ο επίλογος δικός σας.
Σ.Π.: Αγαπητή Άννα, με δεδομένο ότι μέλλον διαμορφώνεται σήμερα, επείγει να κατανοήσουμε ότι έργα και δράσεις που αφορούν το μέλλον δεν αναβάλλονται και δεν μπαίνουν αντιπαραθετικά στην αναγκαιότητα διαχείρισης της καθημερινότητας. Ο Walter Benjamin υποστήριζε στις λεγόμενες ιστορικοφιλοσοφικές θέσεις το εξής:
«Η παράδοση των καταπιεσμένων μας διδάσκει, ότι η ‘έκτακτη κατάσταση ανάγκης’ στην οποία ζούμε, αποτελεί τον κανόνα. Πρέπει να οδηγηθούμε προς ένα ορισμό της ιστορίας, ο οποίος να ανταποκρίνεται σε αυτό. Τότε θα στέκεται μπροστά στα μάτια μας ως καθήκον να προκαλέσουμε την πραγματική έκτακτη κατάσταση ανάγκης».
Αν αντιλαμβανόμαστε την ανθρώπινη ιστορία, τον κοινωνικό μετασχηματισμό ως μια συνεχή διαδικασία κρίσεων, την κατάσταση εξαίρεσης όχι ως εξαίρεση, ως κάτι προσωρινό, παροδικό, αλλά ως τον κανόνα, τότε είμαστε αναγκασμένοι, σε αντίθεση με την αστική καπιταλιστική τεχνοκρατική ιδεολογία και πρακτική, να παράγουμε περισσότερες κρίσεις ακόμη και εκεί που δεν υπάρχουν.
Αυτό σημαίνει ότι κάθε μέρα και σε όλα τα επίπεδα πρέπει να αποκαλύπτουμε ως καθαρή προπαγάνδα και ψέματα τις υποσχέσεις των κυρίαρχων και των κυβερνώντων για τον δήθεν προσωρινό χαρακτήρα μιας κρίσης και τις προτεινόμενες λύσεις τους, οι οποίες προπαγανδίζονται ως η μόνη απόλυτη αλήθεια και δυνατότητα.
Ο μετασχηματισμός της κρίσης σε ευκαιρία και ελπίδα προϋποθέτει τόσο τη συνειδητοποίηση της κρίσης ως τέτοιας όσο και την ικανότητα άσκησης κριτικής. Η διάγνωση και η κατανόηση, η συνειδητοποίηση της κρίσης θα μας φέρει πιο κοντά στην υλοποίηση μιας συγκεκριμένης ουτοπίας.
Μόνο μέσω της κριτικής μπορεί η συνείδηση της κρίσης να γίνει σημαντική για τη δράση. Ανεξάρτητα από το αν αντιλαμβανόμαστε την κρίση ως μια θετική δυνατότητα υπέρβασης των κρίσιμων καταστάσεων ή ως απειλή κατά των υφιστάμενων και θετικά αξιολογούμενων συνθηκών, χρειαζόμαστε κριτική.
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΣΤΑΘΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ