Προς στιγμήν σκέφθηκα μήπως είναι και αυτό «αλυσίδα καταστημάτων». Με την συζήτηση που είχα και με τους δύο ιδιοκτήτες, διεπίστωσα πως δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο. Το κίνητρό τους ήταν η αγνή αγάπη για την πατρίδα και την ένδοξη ιστορία της. Μπράβο τους! που κρατούν άσβεστη την ιστορική πατριωτική δάδα, έστω και κατ’ όνομα.
«Μολών λαβέ»: Δυό λέξεις επικές, μικρές, δισύλλαβες με τεράστιο διαχρονικό βάρος, νόημα ζωής των ηρωϊκών λεγομένων χρόνων. Και τις ήξεραν και τις κατανοούσαν και προπαντός τις έκαναν πράξη αμυνόμενοι. Προτίμησαν τον θάνατο παρά την προδοσία, την παράδοση και κυρίως την εξαγορά των συνειδήσεων. Και δεν ήταν μικρό το δέλεαρ. Οι Περσικοί πακτωλοί δεν υστερούσαν διόλου μπροστά στους σημερινούς αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς.
Σήμερα το «Μολών λαβέ» κυκλοφορεί ως ανέκδοτο στους διαδρόμους της Φιλοσοφικής Σχολής: Όταν –λέει- ήλθαν οι απεσταλμένοι των Περσών στο Ελληνικό στρατόπεδο και ζητούσαν την παράδοση των όπλων και την συνθηκολόγηση, ο στρατηγός Λεωνίδας, με τα λίγα περσικούλια που ήξερε τους απάντησε «μολών λαβέ». Αυτά στο ανέκδοτο. Στην πραγματικότητα όμως εκπροσωπώντας το αδούλωτο πνεύμα των συμπολεμιστών του βροντοφώναξε το τότε «ΟΧΙ» του ΄40: «Μολών λαβέ» (κατά γράμμα: αφού έλθεις, πάρτα. Πιό ελεύθερα: έλα και πάρτα). Όσο για το ανέκδοτο, δεν νομίζω πως προκαλεί τον γέλωτα. Απ’ εναντίας είναι δηλωτικό της μεθοδευμένης αγραμματοσύνης των παιδιών του Ελληνικού Λαού. Κάτι, που ούτε ο Λαός το επέλεξε ούτε τον συνέφερε. Απλούστατα η όλη γλωσσική και γενικότερα ιστορική αποθωράκιση της παιδείας του ήταν μέρος του σχεδίου (όπως για παράδειγμα οι αλλεπάλληλοι δανεισμοί) για την όλη κατάκτηση – υποθήκευση της πατρίδας, δικαιώνοντας έτσι την ρήση (το 1961) του αείμνηστου Νικηφόρου Μανδηλαρά «η Ελλάς εις το στόμα των λεόντων».
Πριν κλείσω το σύντομο αυτό σχόλιο για τον προγονικό πατριωτισμό (ο Χόρτον πρόξενος των ΗΠΑ στην Σμύρνη την εποχή της Μικρασιατικής συμφοράς, σχολίαζε με θαυμασμό πως ο Ελληνικός Λαός είναι ο μόνος που ξεχωρίζει για την αγάπη του για την πατρίδα) θα ήθελα να καταθέσω ένα σχετικό περιστατικό που μου διηγήθηκε εδώ και χρόνια ο Νάξιος σύζυγός μου, που και εκείνος με την σειρά του το γνώριζε γιατί συνέβη κατά την στρατιωτική θητεία του πατέρα του. Στην μονάδα που υπηρετούσε ως έφεδρος ανθυπολοχαγός βρίσκονταν και άλλοι Νάξιοι που επαινούσαν διαρκώς τον τόπο καταγωγής τους. Ο τοπικισμός δε (ίσως πέραν του δέοντος) των Ναξίων, όπως και των Κρητών, είναι γνωστός. «Στην πατρίδα μου αυτό, στην πατρίδα μου εκείνο κ.ά.». Κάποιος φαντάρος ενοχλημένος τους έβρισε φωνάζοντας «να χ..ω κι εσάς και τη Νάξο σας». «Τί είπες βρε;» απαντά οργισμένος ο Ναξώτης και του πετά με δύναμη στα μούτρα το γεμάτο παγούρι που κρατούσε!. Το μεν θύμα κατέληξε στο νοσοκομείο, ο δε θύτης στο στρατοδικείο. Και το αποτέλεσμα: «Αθώος ο κατηγορούμενος, διότι, εάν για την ιδιαιτέρα του πατρίδα αντέδρασε έτσι, φαντασθείτε πώς θα αγωνιζόταν για την μεγάλη του πατρίδα την Ελλάδα!»…