Κοινωνία Δευ 8 Απρ 2024

Οι νησιώτες και οι νησιώτισσες νιώθουν ακόμα μεγαλύτερη την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής τους μια τέτοια μέρα, όπου εορτάζεται σε παγκόσμια κλίμακα η ΥΓΕΙΑ.

Χαμογελούν όπως όλοι οι άνθρωποι ακούγοντας τα παγκόσμια στατιστικά στοιχεία για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής και για την αύξηση του ποσοστού επιβίωσης μετά από διάγνωση καρκίνου. Όμως δε μπορούν να χαμογελούν αν ζουν στην Κάσο. Γιατί ξέρουν ότι σε αντίθεση με έναν κάτοικο της Ηπειρωτικής Ελλάδας δε θα τους μεταφέρει το ασθενοφόρο, αν έχουν τραυματιστεί. Αν με βάση την αρχική διάγνωση του αγροτικού γιατρού υπάρχουν λίγες πιθανότητες βελτίωσης της κατάστασης τους, θα πεθάνουν αβοήθητοι, στο υποστελεχωμένο Πολυδύναμο ιατρείο. Το ελικόπτερο του ΕΚΑΒ δε θα τους διακομίσει στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Ο αγροτικός ιατρός, που κλήθηκε να υπηρετήσει μόνος με τη βοήθεια μίας μαίας σε ένα ολόκληρο νησί, δε θα μπορέσει να παρακάμψει την αρχική του εκτίμηση και ας βλέπει ώρες μετά, ότι υπήρχαν περιθώρια παροχής βοήθειας. Μεγάλο το κόστος της αεροδιακομιδής και μικρό το κόστος ζωής ενός νησιώτη. Δε χαμογελούν αν μένουν στη ΣΥΡΟ (Πρωτεύουσα της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου) και πρέπει να νοσηλευτούν στο ΑΠΟΛΥΤΑ υποστελεχωμένο από γιατρούς και νοσηλευτές Νοσοκομείο της. Το πιο πιθανό είναι να λάβουν λάθος διάγνωση και να πρέπει να μεταβούν στην Αθήνα για περαιτέρω αξιολόγηση. Τι και αν προεκλογικά ο κ Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί ότι «επιδιώκει μία δίκαιη πολιτική για την Υγεία» και επικαλούμενος το εθνικό γνώρισμα της νησιωτικότητας επέμεινε πως «όλοι οι πολίτες ανεξαρτήτως του που διαβιούν θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στις ιατρικές υπηρεσίες»; Σε όλα τα νησιά το ιατρικό, νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό δομών υγείας συνεχίζει ηρωικά να διεκπεραιώνει πολλαπλάσια φορτία δουλειάς από τα ανεκτά για την αποφυγή «ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΛΑΘΟΥΣ», χωρίς καν να συζητά για τη δική του ποιότητα ζωής. Πώς να έχει λοιπόν κάποιος την απαίτηση να γίνονται αποδεκτές οι θέσεις που προκηρύσσονται για τα νησιά, όταν στα παραπάνω προστεθεί το τεράστιο στεγαστικό πρόβλημα, καθώς και αυτό των χείριστων και ακριβών ακτοπλοϊκών – αεροπορικών διασυνδέσεων της νησιωτικής Ελλάδας; Σε όλα αυτά πρέπει να μην αφήσει κανείς εκτός κάδρου την επιβάρυνση που καλούνται να πληρώσουν οι ασφαλισμένοι για την αγορά των φαρμάκων τους, αλλά και για την εξυπηρέτηση τους από τα απογευματινά χειρουργεία (όπου ο ασθενής θα καλύπτει εξ ολοκλήρου τα έξοδα που αφορούν στις αμοιβές του προσωπικού και του Νοσοκομείου), τα οποία βέβαια είναι ανέφικτο να πραγματοποιηθούν σε Νοσοκομεία της νησιωτικής περιφέρειας, λόγω της υποστελέχωσής τους. Εκτός κάδρου δε μπορεί να μείνει και η μεθοδευμένη
συρρίκνωση των δομών εξάρτησης και ψυχικής υγείας, σε όλη την Ελληνική επικράτεια, πόσο μάλλον στα νησιά. Καλό είναι να γίνεται αναφορά σε ορόσημα, όπως η ίδρυση Ογκολογικού Τμήματος στο Νοσοκομείο της Ρόδου το 2018, μετά από δωρεές ιδιωτών, εθελοντική δουλειά και με αρωγό την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ (πριν την έξοδο από τα μνημόνια). Αναφορά πρέπει να γίνει και για την προσπάθεια ίδρυσης Ακτινοθεραπευτικού Τμήματος στο Νοσοκομείου της Ρόδου, νησί που «το δικαιούται λόγω πληθυσμού». Είναι όμως μεμονωμένες προσπάθειες και δρουν ως σταγόνα στον ωκεανό, αφού στον αντίποδα άλλες δομές για ογκολογικούς ασθενείς κλείνουν, όπως η δημόσια μονάδα βραχυθεραπείας στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα». Για τη χάραξη πολιτικών που αφορούν στην καθημερινότητα των νησιωτών και νησιωτισσών, με πρωταρχική αυτή της δημόσιας υγείας, κεντρικός άξονας θα έπρεπε να είναι ο συνταγματικά κατοχυρωμένος θεσμός της νησιωτικότητας. Ψιλά γράμματα το «Υγειονομικό ισοδύναμο» όταν ακόμα και το κεκτημένο δικαίωμα του «Μεταφορικού Ισοδύναμου» απαξιώνεται. Και το ερώτημα παραμένει: Υπάρχει πολιτική βούληση για την υλοποίηση αυτών των πολιτικών ; Υπάρχει πολιτική βούληση συνολικά για τη στήριξη του αγαθού της Δημόσιας Υγείας, σε αντίθεση με την εμπορευματοποίηση της υγειονομικής περίθαλψης, μέσω
Zogas_dimitris