Το λογοθεραπευτικό ιστορικό αποτελείται από μια σειρά ερωτήσεων που αφορούν την γενικότερη ανάπτυξη του παιδιού όπως για παράδειγμα πότε γεννήθηκε, αν υπήρχαν διάφορες επιπλοκές κατά την κύηση ή τον τοκετό, πότε μπουσούλησε , πότε περπάτησε, πότε έβγαλε τα πρώτα δοντάκια, για πόσο διάστημα θήλασε, αν υπήρχαν ωτίτιδες, κτλ. Στη συνέχεια οι ερωτήσεις εστιάζουν στην ανάπτυξη του λόγου του παιδιού όπως για παράδειγμα πότε άρχισαν τα μπαμπαλίσματα, πότε είπε τις πρώτες λεξούλες, πότε σχημάτισε μικρή προτασούλα, κτλ. Το λογοθεραπευτικό ιστορικό λαμβάνεται από τους γονείς του παιδιού μέσω συνέντευξης. Οι απαντήσεις των γονέων δίνουν πολύ σημαντικές πληροφορίες σε έναν λογοθεραπευτή και παίζουν καθοριστικό ρόλο στην διάγνωση αλλά και στην θεραπεία, εάν αυτή κρίνεται απαραίτητη.
Η λογοθεραπευτική εξέταση ενός παιδιού θα πρέπει να είναι οπωσδήποτε εξατομικευμένη. Ένας λογοθεραπευτής μπορεί να χρησιμοποιήσει σταθμισμένα ή άτυπα τέστ για να εξετάσει το αντιληπτικό και εκφραστικό λεξιλόγιο, την συντακτική δομή του λόγου, την ανάπτυξη της μορφολογίας και της γραμματικής στον λόγο του παιδιού αλλά και την πραγματολογία, δηλαδή την ικανότητα του παιδιού να χρησιμοποιεί σωστά τον λόγο για να κάνει μια συζήτηση ή να απαντήσει εύστοχα σε διάφορες ερωτήσεις. Ένα μεγάλο μέρος της αξιολόγησης αφορά και την εξέταση της κινητικότητας των αρθρωτών. Ο λογοθεραπευτής αξιολογεί στην κινητικότητα της γλώσσας και των χειλιών αλλά και την ικανότητα συντονισμού και συνεργασίας τους για την παραγωγή ήχων, συλλαβών, 2-σύλλαβων και πολυσύλλαβων λέξεων.
Μετά την συλλογή των πληροφοριών ο λογοθεραπευτής συζητά με τους γονείς για τις δυσκολίες στον λόγο του παιδιού και εξηγεί την διάγνωση την οποία δίνει. Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρεται κατά πόσο υπάρχει απόκλιση του λόγου του παιδιού τους από την φυσιολογική ανάπτυξη του λόγου όπως επίσης να δίνονται βραχυπρόθεσμοι και μακρυπρόθεσμοι στόχοι της λογοθεραπευτικής παρέμβασης. Τέλος, περεταίρω εξετάσεις ίσως είναι απαραίτητες όπως μια ακουολογική εξέταση την οποία αναλαμβάνουν οι ωτορινολαρυγγολόγοι ή μια αξιολόγηση της γενικότερης ανάπτυξης του παιδιού από γιατρό αναπτυξιολόγο εάν υπάρχουν υποψίες διάχυτης αναπτυξιακής διαταραχής (αυτισμού) ή άλλης διαταραχής η οποία επηρεάζει την ανάπτυξη του λόγου.