Είναι, λοιπόν, ένα γεγονός και όχι μια πρόβλεψη ή εικασία.
Πόσο σοβαρά το έχουμε λάβει υπόψη μας;
Δυστυχώς, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, δηλαδή από τα επιστημονικά στοιχεία που δημοσιεύονται, για τους περισσότερους από εμάς «πέρα βρέχει».
Κι όμως. Δεν είναι δυνατόν να μην αντιλαμβανόμαστε ότι το κλίμα έχει αποσταθεροποιηθεί. Το ζούμε, το βιώνουμε.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα, καύσωνες, καταιγίδες, πλημμύρες, πυρκαγιές και ξηρασίες, είναι ολοένα συχνότερα και εντονότερα. Παράλληλα, πάντα σύμφωνα με επιστημονικά στοιχεία, σε όλο αυτό το φάσμα προστίθεται και η διασπορά ασθενειών.
Οπότε, το αγωνιώδες ερώτημα «πόσο έτοιμοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη ραγδαία αλλαγή» φαντάζει ουτοπικό μιας και απάντηση δεν υπάρχει ή για να ακριβολογούμε, δεν υπάρχει σαφής απάντηση.
Η κύρια ευθύνη αφορά στις διοικήσεις των κρατών του πλανήτη, με το ειδικό βάρος να φέρουν τα κυρίαρχα, όπως λ.χ. ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Γερμανία, Γαλλία κ.ο.κ.
Αυτό όμως δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι και τα μικρότερα, τα οποία είναι υπερ-πολλαπλάσια, δεν έχουν τις δικές τους ευθύνες.
Κατ’ επέκταση και οι μικρόκοσμοι, όπως ο δικός μας στο νησί, μπορούν να βάλουν ένα λιθαράκι όχι για να αναστρέψουν το κλίμα - πώς θα μπορούσαν άλλωστε αφού αποτελούν μικρές κουκίδες στον παγκόσμιο χάρτη; - αλλά για να προστατέψουν εαυτούς, να προστατέψουν την χλωρίδα και την πανίδα τους, το περιβάλλον τους.
Τι κάνουμε εμείς στο νησί μας, για το νησί μας, για τη ζωής μας και το αύριο;
Εύκολη η απάντηση. Ελάχιστα.
Μας λείπει η παιδεία, λένε οι ειδικοί.
Κατά την άποψή μας, η ενημέρωση υπάρχει, άσχετα εάν κλείνουμε αφτιά και μάτια. Το ενδιαφέρον υπάρχει. Αυτό που δεν υπάρχει ή βρίσκεται σε μια κατάσταση «ύπνωσης», είναι η πολιτική βούληση για έργα και δράσεις.
Ουσιαστικά έργα για την αντιμετώπιση των ακραίων καιρικών φαινομένων δεν έχουν γίνει. Είναι μια διαπίστωση και όχι μεμψιμοιρία. Η ανησυχία ότι, η ζωή μας μπορεί να γίνει αφόρητη τις επόμενες δεκαετίας, έχει βάση.
Για παράδειγμα, η ξηρασία είναι προ των πυλών. Κάποιοι υποστηρίζουν – και όχι αδίκως – ότι ήδη έχει κάνει την εμφάνισή της.
Διαβάζουμε: «Το 99% του γλυκού νερού βρίσκεται αποθηκευμένο στα φυσικά οικοσυστήματα και αυτά είναι η ασφάλειά μας έναντι των πλημμυρών και της ξηρασίας, οπότε πρέπει να προστατευθούν. Εκεί βέβαια βρίσκεται και η βιοποικιλότητα, στην οποία βασίζονται όλες οι μορφές ζωής και οφείλουμε να τη διαφυλάξουμε».
Κι εμείς τι κάνουμε; Από τη μια πλευρά το ξοδεύουμε αλόγιστα σαν να μην υπάρχει «αύριο» και από την άλλη, δεν λαμβάνουμε μέτρα ούτε για την ορθολογική διαχείριση αυτού του νερού που ακόμα υπάρχει, ούτε για να συγκρατήσουμε αυτό που μας έρχεται «εξ ουρανού» έτσι ώστε και παρακαταθήκη να έχουμε και να εμπλουτιστεί ο υδροφόρος ορίζοντας.
Επίσης, η τσιμεντοποίηση του νησιού μας καλά κρατεί. Είναι αποτέλεσμα της λεγόμενης τουριστικής «ανάπτυξης». Η γεωργία και η κτηνοτροφία, τομείς που δίνουν «ανάσες» στη ζωή ενός τόπου, χρόνο με το χρόνο φθίνουν.
Θα κλείσουμε το σημερινό μας σημείωμα, με τα «λόγια» του αγαπητού μας «γεωδίφη» Νίκου Ιερομνήμων:
«Η φέρουσα ικανότητα του νησιού ή των νησιών του ΝΑ Αιγαίου θα έπρεπε να μας έχει απασχολήσει από καιρό. Υπάρχουν μελέτες αλλά κανείς δεν θέλει ν’ ακούσει.... και αυτή είναι η πηγή του κακού. Όχι ο γεωδίφης, ούτε ο Γιώργος, ο Κώστας... Βλέπεις ότι κάτι έρχεται ...
Δυστυχώς παραμένουμε σπάταλοι και ανημέρωτοι.
Όταν ξοδεύεις περισσότερο νερό από αυτό που σου χαρίζει η φύση, είναι αναπόφευκτο, κάποια μέρα θα το στερηθείς».